Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ἀγνωμοσύνη καὶ ς

См. также в других словарях:

  • Κόχραν, Τόμας Αλεξάντερ — (Thomas Alexander Cochrane, Άνσφιλντ 1775 – 1860). Άγγλος ναύαρχος. Κατατάχθηκε σε ηλικία 18 ετών στο βρετανικό ναυτικό και διακρίθηκε για τις ικανότητες και τη γενναιότητά του. Στα πρώτα του κατορθώματα συγκαταλέγεται η δίωξη της πειρατείας στη… …   Dictionary of Greek

  • Ηριγόνη — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του Ικάρου ή Ικαρίου, επωνύμου του αττικού δήμου Ικαρίας, κοντά στην Πεντέλη. Ο Ίκαρος είχε φιλοξενήσει τον Διόνυσο και εκείνος του χάρισε τον βότρυ και το κλήμα. Ο Ίκαρος καλλιέργησε το αμπέλι και αφού ετοίμασε… …   Dictionary of Greek

  • λήθη — Ονομασία, στην αρχαιοελληνική μυθολογία, ενός από τους ποταμούς του Άδη. Από εκεί έπιναν νερό οι ψυχές των νεκρών για να ξεχάσουν την προηγούμενη ζωή τους. Ο Αριστοφάνης ονομάζει έτσι και μια πεδιάδα του Άδη, ενώ την ίδια ονομασία έφερε και μια… …   Dictionary of Greek

  • Μιχαίας — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη και συγκαταλέγεται μεταξύ των μικρών προφητών της Γραφής. Καταγόταν από τη Μωρέσεθ, η oποία βρίσκονταν νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ και ήταν σύγχρονος του προφήτη Ησαΐα. Σώζεται… …   Dictionary of Greek

  • συλλυπούμαι — συλλυποῡμαι, έομαι, ΝΜΑ, και ενεργ τ. συλλυπῶ, έω, Α νεοελλ. 1. εκφράζω σε κάποιον τη λύπη μου για δυσάρεστο συμβάν που τόν έπληξε, ιδίως εκφράζω τη συμμετοχή μου σε πένθος 2. εκφράζω σε κάποιον τη λύπη μου για κάτι το μεμπτό, για αξιοκατάκριτη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»